Άρθρο 1
Υπολογισμός της υποχρέωσης διατήρησης εργαζομένων
1. Το πέμπτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 9 της υπό στοιχεία ΓΔΟΥ 94/2020 (Β’ 1645) κοινής υπουργικής απόφασης αντικαθίσταται ως εξής:
«Εάν το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι μικρότερο κατά μία μονάδα και άνω από τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούσε η επιχείρηση κατά την 31η Μαρτίου 2020 θεωρείται ότι δεν τηρήθηκε η ανωτέρω υποχρέωση διατήρησης του αριθμού των εργαζομένων, ενώ εάν το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι μικρότερο κατά λιγότερο από μία μονάδα από τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούσε η επιχείρηση κατά την 31η Μαρτίου 2020 θεωρείται ότι τηρήθηκε η ανωτέρω υποχρέωση διατήρησης του αριθμού των εργαζομένων.»
2. Το έκτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 10 της υπό στοιχεία ΓΔΟΥ 233/2020 (Β’4471) κοινής υπουργικής απόφασης αντικαθίσταται ως εξής:
«Εάν το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι μικρότερο κατά μία μονάδα και άνω από τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούσε η επιχείρηση κατά την 1η Αυγούστου 2020 ή κατά την 1η Μαρτίου 2020 κατά περίπτωση, θεωρείται ότι δεν τηρήθηκε η ανωτέρω υποχρέωση διατήρησης του αριθμού των εργαζομένων, ενώ εάν το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι μικρότερο κατά λιγότερο από μία μονάδα από τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούσε η επιχείρηση κατά την 1η Αυγούστου 2020 ή κατά την 1η Μαρτίου 2020 κατά περίπτωση, θεωρείται ότι τηρήθηκε η ανωτέρω υποχρέωση διατήρησης του αριθμού των εργαζομένων.»
3. Το πέμπτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 10 της υπό στοιχεία και ΓΔΟΥ 420/2021 (Β’ 1689) κοινής υπουργικής απόφασης αντικαθίσταται ως εξής:
«Εάν το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι μικρότερο κατά μία μονάδα και άνω από τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούσε η επιχείρηση κατά την 1η Μαρτίου 2021, θεωρείται ότι δεν τηρήθηκε η ανωτέρω υποχρέωση διατήρησης του αριθμού των εργαζομένων, ενώ εάν το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι μικρότερο κατά λιγότερο από μία μονάδα από τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούσε η επιχείρηση κατά την 1η Μαρτίου 2021, θεωρείται ότι τηρήθηκε η ανωτέρω υποχρέωση διατήρησης του αριθμού των εργαζομένων.»
4. Το έκτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 10 της υπό στοιχεία ΓΔΟΥ 281/2020 (Β’ 5047) κοινής υπουργικής απόφασης αντικαθίσταται ως εξής:
«Εάν το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι μικρότερο κατά μία μονάδα και άνω από τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούσε η επιχείρηση κατά την 1η Σεπτεμβρίου 2020 ή κατά την 1η Μαρτίου 2020 κατά περίπτωση, θεωρείται ότι δεν τηρήθηκε η ανωτέρω υποχρέωση διατήρησης του αριθμού των εργαζομένων, ενώ εάν το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι μικρότερο κατά λιγότερο από μία μονάδα από τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούσε η επιχείρηση κατά την 1η Σεπτεμβρίου 2020 ή κατά την 1η Μαρτίου 2020 κατά περίπτωση, θεωρείται ότι τηρήθηκε η ανωτέρω υποχρέωση διατήρησης του αριθμού των εργαζομένων.»
5. Το πέμπτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 11 της υπό στοιχεία ΓΔΟΥ 148/2020 (Β’ 2729) κοινής υπουργικής απόφασης αντικαθίσταται ως εξής:
«Εάν το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι μικρότερο κατά μία μονάδα και άνω από τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούσε η επιχείρηση κατά την 1η Ιουνίου 2020 θεωρείται ότι δεν τηρήθηκε η ανωτέρω υποχρέωση διατήρησης του αριθμού των εργαζομένων, ενώ εάν το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι μικρότερο κατά λιγότερο από μία μονάδα από τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούσε η επιχείρηση κατά την 1η Ιουνίου 2020 θεωρείται ότι τηρήθηκε η ανωτέρω υποχρέωση διατήρησης του αριθμού των εργαζομένων.»
6. Το έκτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 11 της υπό στοιχεία ΓΔΟΥ 19/2021 (Β’ 236) κοινής υπουργικής απόφασης αντικαθίσταται ως εξής:
«Εάν το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι μικρότερο κατά μία μονάδα και άνω από τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούσε η επιχείρηση κατά την 1η Νοεμβρίου 2020 ή κατά την 1η Μαρτίου 2020, κατά περίπτωση, θεωρείται ότι δεν τηρήθηκε η ανωτέρω υποχρέωση διατήρησης του αριθμού των εργαζομένων, ενώ εάν το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι μικρότερο κατά λιγότερο από μία μονάδα από τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούσε η επιχείρηση κατά την 1η Νοεμβρίου 2020 ή κατά την 1η Μαρτίου 2020, κατά περίπτωση, θεωρείται ότι τηρήθηκε η ανωτέρω υποχρέωση διατήρησης του αριθμού των εργαζομένων.»
7. Το έκτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 11 της υπό στοιχεία ΓΔΟΥ 232/2021 (Β’ 804) κοινής υπουργικής απόφασης αντικαθίσταται ως εξής:
«Εάν το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι μικρότερο κατά μία μονάδα και άνω από τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούσε η επιχείρηση κατά την 1η Ιανουαρίου 2021 ή κατά την 1η Μαρτίου 2020, κατά περίπτωση, θεωρείται ότι δεν τηρήθηκε η ανωτέρω υποχρέωση διατήρησης του αριθμού των εργαζομένων, ενώ εάν το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι μικρότερο κατά λιγότερο από μία μονάδα από τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούσε η επιχείρηση κατά την 1η Ιανουαρίου 2021 ή κατά την 1η Μαρτίου 2020, κατά περίπτωση, θεωρείται ότι τηρήθηκε η ανωτέρω υποχρέωση διατήρησης του αριθμού των εργαζομένων.»
Άρθρο 2
Τροποποίηση προθεσμίας υποβολής δικαιολογητικών
1. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 9 της υπό στοιχεία ΓΔΟΥ 94/2020 (Β’ 1645) κοινής υπουργικής απόφασης αντικαθίσταται ως εξής:
«Σε περίπτωση μη υποβολής των απαιτούμενων δικαιολογητικών μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία, η επιχείρηση μπορεί να τα υποβάλει μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας «myBusinessSupport», από την 19η Ιουλίου μέχρι την 23η Σεπτεμβρίου 2022 και από την 30η Νοεμβρίου 2022 μέχρι και την 30η Δεκεμβρίου 2022.»
2. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 10 των υπό στοιχεία ΓΔΟΥ 233/2020 (Β’ 4471), ΓΔΟΥ 281/2020
(Β’ 5047) και ΓΔΟΥ 420/2021 (Β’ 1689) κοινών υπουργικών αποφάσεων αντικαθίσταται ως εξής:
«Σε περίπτωση μη υποβολής των απαιτούμενων δικαιολογητικών μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία, η επιχείρηση μπορεί να τα υποβάλει μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας «myBusinessSupport», από την 19η Ιουλίου μέχρι την 23η Σεπτεμβρίου 2022 και από την 30η Νοεμβρίου 2022 μέχρι και την 30η Δεκεμβρίου 2022.»
3. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 11 των υπό στοιχεία ΓΔΟΥ 148/2020 (Β’ 2729), ΓΔΟΥ 19/2021 (Β’ 236) και ΓΔΟΥ 232/2021 (Β’ 804) κοινών υπουργικών αποφάσεων αντικαθίσταται ως εξής:
«Σε περίπτωση μη υποβολής των απαιτούμενων δικαιολογητικών μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία, η επιχείρηση μπορεί να τα υποβάλει μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας «myBusinessSupport», από την 19η Ιουλίου μέχρι την 23η Σεπτεμβρίου 2022 και από την 30η Νοεμβρίου μέχρι και την 30η Δεκεμβρίου 2022.»
Άρθρο 3
Υπολογισμός του επιστρεπτέου μέρους της ενίσχυσης
1. Η παρ. 4 του άρθρου 8 της υπό στοιχεία ΓΔΟΥ 94/2020 (Β’ 1645) κοινής υπουργικής απόφασης αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Παρέχεται δυνατότητα επιστροφής μέρους της ληφθείσας ενίσχυσης (επιστρεπτέο ποσό), ως εξής:
α) Για επιχειρήσεις που έχουν κάνει έναρξη εργασιών πριν την 1η Ιανουαρίου 2019, δεν άνοιξαν υποκατάστημα από την 1η Απριλίου 2019 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 και έχουν θετικά ακαθάριστα έσοδα το 2019:
αα) Επιστροφή ποσοστού 25% της ενίσχυσης, εφόσον η μείωση των εσόδων από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2020 της επιχείρησης ξεπερνάει το 70% σε σχέση με τα έσοδα από πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2019 και η επιχείρηση παρουσιάζει ζημίες προ φόρων το φορολογικό έτος 2020 και εφόσον τηρήθηκε η υποχρέωση της παρ. 1 του άρθρου 9. Ειδικά οι εταιρείες Κ.Τ.Ε.Λ. Α.Ε. και Κ.Τ.Ε.Λ. δεν απαιτείται να πληρούν το κριτήριο της ζημίας προ φόρων.
ββ) Επιστροφή ποσοστού 33,3% της ενίσχυσης, εφόσον η μείωση των εσόδων από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2020 της επιχείρησης ανέρχεται τουλάχιστον σε 30% και ως 70% σε σχέση με τα έσοδα από πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2019 και καταγράφει ζημίες προ φόρων το φορολογικό έτος 2020 και εφόσον τηρήθηκε η υποχρέωση της παρ. 1 του άρθρου 9. Ειδικά οι εταιρείες Κ.Τ.Ε.Λ. Α.Ε. και Κ.Τ.Ε.Λ. δεν απαιτείται να πληρούν το κριτήριο της ζημίας προ φόρων.
γγ) Επιστροφή ποσοστού 50% της ενίσχυσης, για όλες τις λοιπές επιχειρήσεις που δεν εμπίπτουν στις υποπεριπτώσεις αα και ββ, εφόσον τηρήθηκε η υποχρέωση της παρ. 1 του άρθρου 9.
β) Για επιχειρήσεις που έχουν κάνει έναρξη εργασιών μετά την 1η Ιανουαρίου 2019 ή άνοιξαν υποκατάστημα από την 1η Απριλίου 2019 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020, όπως αυτό προκύπτει κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για τη χορήγηση της επιστρεπτέας προκαταβολής ή έχουν μηδενικά ακαθάριστα έσοδα το 2019:
αα) Επιστροφή ποσοστού 25% της ενίσχυσης, εφόσον η μείωση των εσόδων από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2020 της επιχείρησης ξεπερνάει το 30% σε σχέση με τα έσοδα από πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2019 και η επιχείρηση παρουσιάζει ζημίες προ φόρων το φορολογικό έτος 2020 και εφόσον τηρήθηκε η υποχρέωση της παρ. 1 του άρθρου 9. Ειδικά οι εταιρείες Κ.Τ.Ε.Λ. Α.Ε. και Κ.Τ.Ε.Λ. δεν απαιτείται να πληρούν το κριτήριο της ζημίας προ φόρων.
ββ) Επιστροφή ποσοστού 33,3% της ενίσχυσης, για όλες τις λοιπές επιχειρήσεις που δεν εμπίπτουν στην υποπερίπτωση αα, εφόσον τηρήθηκε η υποχρέωση της παρ. 1 του άρθρου 9.
Για την πλήρωση των προϋποθέσεων των περ. α και β το ύψος των εσόδων από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών προκύπτει από τον κωδικό 500 της κατάστασης οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα (Ε3) της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2019 και 2020, αντίστοιχα, όπως έχουν υποβληθεί μέχρι την 31η.03.2022.
Ο έλεγχος των προϋποθέσεων διενεργείται αυτοματοποιημένα από την ΑΑΔΕ. Αν δεν έχουν υποβληθεί οι δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και οι συνυποβαλλόμενες καταστάσεις οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα (Ε3) φορολογικού έτους 2019 και 2020 μέχρι τις ανωτέρω ημερομηνίες κατά περίπτωση, δεν δύναται να διενεργηθεί ο έλεγχος για την πλήρωση των προϋποθέσεων για την επιστροφή μέρους της ενίσχυσης.
Για τον υπολογισμό του επιστρεπτέου ποσού διενεργείται στρογγυλοποίηση στο δεύτερο δεκαδικό ψηφίο.
Ειδικά για τις κάτωθι περιπτώσεις ισχύουν τα εξής:
i) Για επιχειρήσεις με διαχειριστική χρήση από 1 Νοεμβρίου ως 31 Οκτωβρίου ή και από 1 Δεκεμβρίου ως 30 Νοεμβρίου το ύψος των εσόδων από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών προκύπτει από τον κωδικό 500 της κατάστασης οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα (Ε3) της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2019 και 2020, αντίστοιχα, όπως έχουν υποβληθεί μέχρι την 31η.05.2022.
ii) Για επιχειρήσεις που έκαναν αλλαγή της διαχειριστικής περιόδου εντός του 2019, η σύγκριση των εσόδων από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2020 της επιχείρησης διενεργείται σε σχέση με τα έσοδα από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2019, με τον κωδικό 500 του εντύπου Ε3 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2019 που αφορά τη νέα διαχειριστική περίοδο.
iii) Για επιχειρήσεις που έκαναν αλλαγή της διαχειριστικής περιόδου εντός του 2019, όταν μέρος των εισοδημάτων είχε δηλωθεί στο φορολογικό έτος 2018, η σύγκριση των εσόδων πραγματοποιείται με αναγωγή του συνόλου των δηλωθέντων εισοδημάτων των φορολογικών ετών 2018 και 2019 σε δωδεκάμηνη βάση.
iv) Για επιχειρήσεις που έκαναν αλλαγή της διαχειριστικής περιόδου εντός του 2020, η σύγκριση των εσόδων από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2019 της επιχείρησης διενεργείται σε σχέση με τα έσοδα από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2020, με τον κωδικό 500 του εντύπου Ε3 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2020 αναγόμενο σε δωδεκάμηνη βάση.
v) Για επιχειρήσεις που εκ παραδρομής αναγνωρίστηκε το μη επιστρεπτέο ποσό ως έσοδο του φορολογικού έτους 2020, και έχει υποβληθεί μέχρι και 2 Νοεμβρίου 2022 τροποποιητική δήλωση φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2020 αποκλειστικά για την αιτία αυτή, η επιχείρηση μπορεί να υποβάλει μέσω της εφαρμογής «τα αιτήματά μου» της διαδικτυακής πύλης myaade.gov.gr στον κατάλογο της «διαδικασίας» της
«θεματικής ομάδας» Εισόδημα με επιλογή «Επανυπολογισμός επιστρεπτέου ποσού της επιστρεπτέας προκαταβολής» αίτηση από την 30η Νοεμβρίου μέχρι και την 7η Δεκεμβρίου 2022 προκειμένου να διενεργηθεί εκ νέου ο υπολογισμός του επιστρεπτέου ποσού, κατόπιν μηχανογραφικής διασταύρωσης των κωδικών των εντύπων φορολογίας εισοδήματος του φορολογικού έτους 2020 από την ΑΑΔΕ. Συγκεκριμένα, στην περίπτωση της τροποποιητικής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων θα πρέπει να έχει διαγραφεί το συνολικό ποσό του κωδικού 481 του εντύπου Ν και στην περίπτωση της τροποποιητικής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, να έχει τροποποιηθεί ο υποκωδικός 011 του κωδικού 144, και παράλληλα και για τις δυο περιπτώσεις, θα πρέπει να έχει μειωθεί ισόποσα ο κωδικός 560 του πίνακα Ζ1 του εντύπου Ε3. Για τις ανωτέρω περιπτώσεις i ως και v, εφόσον έχει ήδη διενεργηθεί ο υπολογισμός του επιστρεπτέου ποσού και έχει ήδη βεβαιωθεί αυτό μέχρι και 2 Νοεμβρίου 2022, το επιστρεπτέο ποσό επανυπολογίζεται. Μετά τον επανυπολογισμό, το επιστρεπτέο ποσό που βεβαιώθηκε μέχρι και 2 Νοεμβρίου 2022 διαγράφεται με την έκδοση Ατομικού Φύλλου Έκπτωσης (ΑΦΕΚ), από τη ΓΔΟΥ του Υπουργείου Οικονομικών και ταυτόχρονα εκδίδεται νέος νόμιμος τίτλος είσπραξης για την επιστροφή του επιστρεπτέου μέρους της ενίσχυσης όπως αυτό υπολογίζεται εκ νέου. Ο νέος τίτλος είσπραξης εξοφλείται σύμφωνα με την παρ. 3. Η δυνατότητα εφάπαξ καταβολής του επιστρεπτέου ποσού της ληφθείσας ενίσχυσης με έκπτωση 15% επί του επιστρεπτέου ποσού των ανωτέρω περ. α και β της παρ. 3 ισχύει μόνο εφόσον τα απαιτούμενα δικαιολογητικά έχουν υποβληθεί το αργότερο μέχρι και την 23η Σεπτεμβρίου 2022. Ποσά που τυχόν καταβλήθηκαν βάσει του αρχικού τίτλου είσπραξης πιστώνονται στην οφειλή που προκύπτει από τον νέο τίτλο είσπραξης.»
2. Η παρ. 4 του άρθρου 9 των υπό στοιχεία ΓΔΟΥ 233/2020 (Β’ 4471), ΓΔΟΥ 281/2020 (Β’ 5047) και ΓΔΟΥ 420/2021 (Β’ 1689) των κοινών υπουργικών αποφάσεων αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Παρέχεται δυνατότητα επιστροφής μέρους της ληφθείσας ενίσχυσης (επιστρεπτέο ποσό), ως εξής:
α) Για επιχειρήσεις που έχουν κάνει έναρξη εργασιών πριν την 1η Ιανουαρίου 2019, δεν άνοιξαν υποκατάστημα από την 1η Απριλίου 2019 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 και έχουν θετικά ακαθάριστα έσοδα το 2019:
αα) Επιστροφή ποσοστού 25% της ενίσχυσης, εφόσον η μείωση των εσόδων από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2020 της επιχείρησης ξεπερνάει το 70% σε σχέση με τα έσοδα από πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2019 και η επιχείρηση παρουσιάζει ζημίες προ φόρων το φορολογικό έτος 2020 και εφόσον τηρήθηκε η υποχρέωση της παρ. 1 του άρθρου 10. Ειδικά οι εταιρείες Κ.Τ.Ε.Λ. Α.Ε. και Κ.Τ.Ε.Λ. δεν απαιτείται να πληρούν το κριτήριο της ζημίας προ φόρων.
ββ) Επιστροφή ποσοστού 33,3% της ενίσχυσης, εφόσον η μείωση των εσόδων από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2020 της επιχείρησης ανέρχεται τουλάχιστον σε 30% και ως 70% σε σχέση με τα έσοδα από πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2019 και καταγράφει ζημίες προ φόρων το φορολογικό έτος 2020 και εφόσον τηρήθηκε η υποχρέωση της παρ. 1 του άρθρου 10. Ειδικά οι εταιρείες Κ.Τ.Ε.Λ. Α.Ε. και Κ.Τ.Ε.Λ. δεν απαιτείται να πληρούν το κριτήριο της ζημίας προ φόρων.
γγ) Επιστροφή ποσοστού 50% της ενίσχυσης, για όλες τις λοιπές επιχειρήσεις που δεν εμπίπτουν στις υποπερ. αα και ββ, εφόσον τηρήθηκε η υποχρέωση της παρ. 1 του άρθρου 10.
β) Για επιχειρήσεις που έχουν κάνει έναρξη εργασιών μετά την 1η Ιανουαρίου 2019 ή άνοιξαν υποκατάστημα από την 1η Απριλίου 2019 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020, όπως αυτό προκύπτει κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για τη χορήγηση της επιστρεπτέας προκαταβολής ή έχουν μηδενικά ακαθάριστα έσοδα το 2019:
αα) Επιστροφή ποσοστού 25% της ενίσχυσης, εφόσον η μείωση των εσόδων από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2020 της επιχείρησης ξεπερνάει το 30% σε σχέση με τα έσοδα από πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2019 και η επιχείρηση παρουσιάζει ζημίες προ φόρων το φορολογικό έτος 2020 και εφόσον τηρήθηκε η υποχρέωση της παρ. 1 του άρθρου 10. Ειδικά οι εταιρείες Κ.Τ.Ε.Λ. Α.Ε. και Κ.Τ.Ε.Λ. δεν απαιτείται να πληρούν το κριτήριο της ζημίας προ φόρων.
ββ) Επιστροφή ποσοστού 33,3% της ενίσχυσης, για όλες τις λοιπές επιχειρήσεις που δεν εμπίπτουν στην υποπερίπτωση αα, εφόσον τηρήθηκε η υποχρέωση της παρ. 1 του άρθρου 10.
Για την πλήρωση των προϋποθέσεων των περιπτώσεων α και β το ύψος των εσόδων από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών προκύπτει από τον κωδικό 500 της κατάστασης οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα (Ε3) της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2019 και 2020, αντίστοιχα, όπως έχουν υποβληθεί μέχρι την 31η.03.2022.
Ο έλεγχος των προϋποθέσεων διενεργείται αυτοματοποιημένα από την ΑΑΔΕ. Αν δεν έχουν υποβληθεί οι δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και οι συνυποβαλλόμενες καταστάσεις οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα (Ε3) φορολογικού έτους 2019 και 2020 μέχρι τις ανωτέρω ημερομηνίες κατά περίπτωση, δεν δύναται να διενεργηθεί ο έλεγχος για την πλήρωση των προϋποθέσεων για την επιστροφή μέρους της ενίσχυσης.
Για τον υπολογισμό του επιστρεπτέου ποσού διενεργείται στρογγυλοποίηση στο δεύτερο δεκαδικό ψηφίο.
Ειδικά για τις κάτωθι περιπτώσεις ισχύουν τα εξής:
i) Για επιχειρήσεις με διαχειριστική χρήση από 1 Νοεμβρίου ως 31 Οκτωβρίου ή και από 1 Δεκεμβρίου ως 30 Νοεμβρίου το ύψος των εσόδων από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών προκύπτει από τον κωδικό 500 της κατάστασης οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα (Ε3) της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2019 και 2020, αντίστοιχα, όπως έχουν υποβληθεί μέχρι την 31η.05.2022.
ii) Για επιχειρήσεις που έκαναν αλλαγή της διαχειριστικής περιόδου εντός του 2019, η σύγκριση των εσόδων από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2020 της επιχείρησης διενεργείται σε σχέση με τα έσοδα από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2019, με τον κωδικό 500 του εντύπου Ε3 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2019 που αφορά τη νέα διαχειριστική περίοδο.
iii) Για επιχειρήσεις που έκαναν αλλαγή της διαχειριστικής περιόδου εντός του 2019, όταν μέρος των εισοδημάτων είχε δηλωθεί στο φορολογικό έτος 2018, η σύγκριση των εσόδων πραγματοποιείται με αναγωγή του συνόλου των δηλωθέντων εισοδημάτων των φορολογικών ετών 2018 και 2019 σε δωδεκάμηνη βάση.
iv) Για επιχειρήσεις που έκαναν αλλαγή της διαχειριστικής περιόδου εντός του 2020, η σύγκριση των εσόδων από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2019 της επιχείρησης διενεργείται σε σχέση με τα έσοδα από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2020, με τον κωδικό 500 του εντύπου Ε3 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2020 αναγόμενο σε δωδεκάμηνη βάση.
v) Για επιχειρήσεις που εκ παραδρομής αναγνωρίστηκε το μη επιστρεπτέο ποσό ως έσοδο του φορολογικού έτους 2020, και έχει υποβληθεί μέχρι και 2 Νοεμβρίου 2022 τροποποιητική δήλωση φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2020 αποκλειστικά για την αιτία αυτή, η επιχείρηση μπορεί να υποβάλει μέσω της εφαρμογής «τα αιτήματά μου» της διαδικτυακής πύλης myaade.gov.gr στον κατάλογο της «διαδικασίας» της
«θεματικής ομάδας» Εισόδημα με επιλογή «Επανυπολογισμός επιστρεπτέου ποσού της επιστρεπτέας προκαταβολής» αίτηση από την 30η Νοεμβρίου μέχρι και την 7η Δεκεμβρίου 2022 προκειμένου να διενεργηθεί εκ νέου ο υπολογισμός του επιστρεπτέου ποσού, κατόπιν μηχανογραφικής διασταύρωσης των κωδικών των εντύπων φορολογίας εισοδήματος του φορολογικού έτους 2020 από την ΑΑΔΕ. Συγκεκριμένα, στην περίπτωση της τροποποιητικής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων θα πρέπει να έχει διαγραφεί το συνολικό ποσό του κωδικού 481 του εντύπου Ν και στην περίπτωση της τροποποιητικής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, να έχει τροποποιηθεί ο υποκωδικός 011 του κωδικού 144, και παράλληλα και για τις δυο περιπτώσεις, θα πρέπει να έχει μειωθεί ισόποσα ο κωδικός 560 του πίνακα Ζ1 του εντύπου Ε3.
Για τις ανωτέρω περιπτώσεις i ως και v, εφόσον έχει ήδη διενεργηθεί ο υπολογισμός του επιστρεπτέου ποσού και έχει ήδη βεβαιωθεί αυτό μέχρι και 2 Νοεμβρίου 2022, το επιστρεπτέο ποσό επανυπολογίζεται. Μετά τον επανυπολογισμό, το επιστρεπτέο ποσό που βεβαιώθηκε μέχρι και 2 Νοεμβρίου 2022 διαγράφεται με την έκδοση Ατομικού Φύλλου Έκπτωσης (ΑΦΕΚ), από τη ΓΔΟΥ του Υπουργείου Οικονομικών και ταυτόχρονα εκδίδεται νέος νόμιμος τίτλος είσπραξης για την επιστροφή του επιστρεπτέου μέρους της ενίσχυσης όπως αυτό υπολογίζεται εκ νέου. Ο νέος τίτλος είσπραξης εξοφλείται σύμφωνα με την παρ. 3. Η δυνατότητα εφάπαξ καταβολής του επιστρεπτέου ποσού της ληφθείσας ενίσχυσης με έκπτωση 15% επί του επιστρεπτέου ποσού των ανωτέρω περ. α και β της παρ. 3 ισχύει μόνο εφόσον τα απαιτούμενα δικαιολογητικά έχουν υποβληθεί το αργότερο μέχρι και την 23η Σεπτεμβρίου 2022. Ποσά που τυχόν καταβλήθηκαν βάσει του αρχικού τίτλου είσπραξης πιστώνονται στην οφειλή που προκύπτει από τον νέο τίτλο είσπραξης.»
3. Η παρ. 4 του άρθρου 10 των υπό στοιχεία ΓΔΟΥ 148/2020 (Β’ 2729), ΓΔΟΥ 19/2021 (Β’ 236) και ΓΔΟΥ
232/2021 (Β’ 804) κοινών υπουργικών αποφάσεων αντικαθίσταται ως εξής:
4. Παρέχεται δυνατότητα επιστροφής μέρους της ληφθείσας ενίσχυσης (επιστρεπτέο ποσό), ως εξής: α) Για επιχειρήσεις που έχουν κάνει έναρξη εργασιών πριν την 1η Ιανουαρίου 2019, δεν άνοιξαν υποκατάστημα από την 1η Απριλίου 2019 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 και έχουν θετικά ακαθάριστα έσοδα το 2019:
αα) Επιστροφή ποσοστού 25% της ενίσχυσης, εφόσον η μείωση των εσόδων από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2020 της επιχείρησης ξεπερνάει το 70% σε σχέση με τα έσοδα από πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2019 και η επιχείρηση παρουσιάζει ζημίες προ φόρων το φορολογικό έτος 2020 και εφόσον τηρήθηκε η υποχρέωση της παρ. 1 του άρθρου 11. Ειδικά οι εταιρείες Κ.Τ.Ε.Λ. Α.Ε. και Κ.Τ.Ε.Λ. δεν απαιτείται να πληρούν το κριτήριο της ζημίας προ φόρων.
ββ) Επιστροφή ποσοστού 33,3% της ενίσχυσης, εφόσον η μείωση των εσόδων από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2020 της επιχείρησης ανέρχεται τουλάχιστον σε 30% και ως 70% σε σχέση με τα έσοδα από πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2019 και καταγράφει ζημίες προ φόρων το φορολογικό έτος 2020 και εφόσον τηρήθηκε η υποχρέωση της παρ. 1 του άρθρου 11. Ειδικά οι εταιρείες Κ.Τ.Ε.Λ. Α.Ε. και Κ.Τ.Ε.Λ. δεν απαιτείται να πληρούν το κριτήριο της ζημίας προ φόρων.
γγ) Επιστροφή ποσοστού 50% της ενίσχυσης, για όλες τις λοιπές επιχειρήσεις που δεν εμπίπτουν στις υποπερ. αα και ββ, εφόσον τηρήθηκε η υποχρέωση της παρ. 1 του άρθρου 11.
β) Για επιχειρήσεις που έχουν κάνει έναρξη εργασιών μετά την 1η Ιανουαρίου 2019 ή άνοιξαν υποκατάστημα από την 1η Απριλίου 2019 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020, όπως αυτό προκύπτει κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για τη χορήγηση της επιστρεπτέας προκαταβολής ή έχουν μηδενικά ακαθάριστα έσοδα το 2019:
αα) Επιστροφή ποσοστού 25% της ενίσχυσης, εφόσον η μείωση των εσόδων από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2020 της επιχείρησης ξεπερνάει το 30% σε σχέση με τα έσοδα από πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2019 και η επιχείρηση παρουσιάζει ζημίες προ φόρων το φορολογικό έτος 2020 και εφόσον τηρήθηκε η υποχρέωση της παρ. 1 του άρθρου 11. Ειδικά οι εταιρείες Κ.Τ.Ε.Λ. Α.Ε. και Κ.Τ.Ε.Λ. δεν απαιτείται να πληρούν το κριτήριο της ζημίας προ φόρων.
ββ) Επιστροφή ποσοστού 33,3% της ενίσχυσης, για όλες τις λοιπές επιχειρήσεις που δεν εμπίπτουν στην υποπερίπτωση αα, εφόσον τηρήθηκε η υποχρέωση της παρ. 1 του άρθρου 11.
Για την πλήρωση των προϋποθέσεων των περιπτώσεων α και β το ύψος των εσόδων από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών προκύπτει από τον κωδικό 500 της κατάστασης οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα (Ε3) της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2019 και 2020, αντίστοιχα, όπως έχουν υποβληθεί μέχρι την 31η.03.2022.
Ο έλεγχος των προϋποθέσεων διενεργείται αυτοματοποιημένα από την ΑΑΔΕ. Αν δεν έχουν υποβληθεί οι δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και οι συνυποβαλλόμενες καταστάσεις οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα (Ε3) φορολογικού έτους 2019 και 2020 μέχρι τις ανωτέρω ημερομηνίες κατά περίπτωση, δεν δύναται να διενεργηθεί ο έλεγχος για την πλήρωση των προϋποθέσεων για την επιστροφή μέρους της ενίσχυσης.
Ειδικά για τις κάτωθι περιπτώσεις ισχύουν τα εξής:
i) Για επιχειρήσεις με διαχειριστική χρήση από 1 Νοεμβρίου ως 31 Οκτωβρίου ή και από 1 Δεκεμβρίου ως 30 Νοεμβρίου το ύψος των εσόδων από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών προκύπτει από τον κωδικό 500 της κατάστασης οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα (Ε3) της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2019 και 2020, αντίστοιχα, όπως έχουν υποβληθεί μέχρι την 31η.05.2022.
ii) Για επιχειρήσεις που έκαναν αλλαγή της διαχειριστικής περιόδου εντός του 2019, η σύγκριση των εσόδων από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2020 της επιχείρησης διενεργείται σε σχέση με τα έσοδα από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2019, με τον κωδικό 500 του εντύπου Ε3 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2019 που αφορά τη νέα διαχειριστική περίοδο.
iii) Για επιχειρήσεις που έκαναν αλλαγή της διαχειριστικής περιόδου εντός του 2019, όταν μέρος των εισοδημάτων είχε δηλωθεί στο φορολογικό έτος 2018, η σύγκριση των εσόδων πραγματοποιείται με αναγωγή του συνόλου των δηλωθέντων εισοδημάτων των φορολογικών ετών 2018 και 2019 σε δωδεκάμηνη βάση.
iv) Για επιχειρήσεις που έκαναν αλλαγή της διαχειριστικής περιόδου εντός του 2020, η σύγκριση των εσόδων από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2019 της επιχείρησης διενεργείται σε σχέση με τα έσοδα από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών του φορολογικού έτους 2020, με τον κωδικό 500 του εντύπου Ε3 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2020 αναγόμενο σε δωδεκάμηνη βάση.
v) Για επιχειρήσεις που εκ παραδρομής αναγνωρίστηκε το μη επιστρεπτέο ποσό ως έσοδο του φορολογικού έτους 2020, και έχει υποβληθεί μέχρι και 2 Νοεμβρίου 2022 τροποποιητική δήλωση φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2020 αποκλειστικά για την αιτία αυτή, η επιχείρηση μπορεί να υποβάλει μέσω της εφαρμογής «τα αιτήματά μου» της διαδικτυακής πύλης myaade.gov.gr στον κατάλογο της «διαδικασίας» της
«θεματικής ομάδας» Εισόδημα με επιλογή «Επανυπολογισμός επιστρεπτέου ποσού της επιστρεπτέας προκαταβολής» αίτηση από την 30η Νοεμβρίου μέχρι και την 7η Δεκεμβρίου 2022 προκειμένου να διενεργηθεί εκ νέου ο υπολογισμός του επιστρεπτέου ποσού, κατόπιν μηχανογραφικής διασταύρωσης των κωδικών των εντύπων φορολογίας εισοδήματος του φορολογικού έτους 2020 από την ΑΑΔΕ. Συγκεκριμένα, στην περίπτωση της τροποποιητικής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων θα πρέπει να έχει διαγραφεί το συνολικό ποσό του κωδικού 481 του εντύπου Ν και στην περίπτωση της τροποποιητικής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, να έχει τροποποιηθεί ο υποκωδικός 011 του κωδικού 144, και παράλληλα και για τις δυο περιπτώσεις, θα πρέπει να έχει μειωθεί ισόποσα ο κωδικός 560 του πίνακα Ζ1 του εντύπου Ε3. Για τις ανωτέρω περιπτώσεις i ως και v, εφόσον έχει ήδη διενεργηθεί ο υπολογισμός του επιστρεπτέου ποσού και έχει ήδη βεβαιωθεί αυτό μέχρι και 2 Νοεμβρίου 2022, το επιστρεπτέο ποσό επανυπολογίζεται. Μετά τον επανυπολογισμό, το επιστρεπτέο ποσό που βεβαιώθηκε μέχρι και 2 Νοεμβρίου 2022 διαγράφεται με την έκδοση Ατομικού Φύλλου Έκπτωσης (ΑΦΕΚ), από τη ΓΔΟΥ του Υπουργείου Οικονομικών και ταυτόχρονα εκδίδεται νέος νόμιμος τίτλος είσπραξης για την επιστροφή του επιστρεπτέου μέρους της ενίσχυσης όπως αυτό υπολογίζεται εκ νέου. Ο νέος τίτλος είσπραξης εξοφλείται σύμφωνα με την παρ. 3. Η δυνατότητα εφάπαξ καταβολής του επιστρεπτέου ποσού της ληφθείσας ενίσχυσης με έκπτωση 15% επί του επιστρεπτέου ποσού των ανωτέρω περιπτώσεων α και β της παρ. 3 ισχύει μόνο εφόσον τα απαιτούμενα δικαιολογητικά έχουν υποβληθεί το αργότερο μέχρι και την 23η Σεπτεμβρίου 2022. Ποσά που τυχόν καταβλήθηκαν βάσει του αρχικού τίτλου είσπραξης πιστώνονται στην οφειλή που προκύπτει από τον νέο τίτλο είσπραξης.»
Άρθρο 4
Καταβολή αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών-Παράταση προθεσμίας-Εκ νέου υπολογισμός και εκκαθάριση αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών και επιστρεπτέου μέρους ενίσχυσης
1. Η παρ. 5 του άρθρου 9Α της υπό στοιχεία ΓΔΟΥ 94/2020 (Β’ 1645) κοινής υπουργικής απόφασης τροποποιείται ως εξής:
«5. Το προς επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό που βεβαιώνεται στη φορολογική διοίκηση, καθίσταται καταβλητέο εφάπαξ με ανάλογη εφαρμογή της περίπτωσης α της παρ. 3 του άρθρου 8 ως προς τον χρόνο καταβολής ανεξαρτήτως της ημερομηνίας βεβαίωσης και επιβαρύνεται με τόκους εκπρόθεσμης καταβολής σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΕΔΕ.»
2. Μετά την παρ. 7 του άρθρου 9Α της υπό στοιχεία ΓΔΟΥ 94/2020 (Β’ 1645) κοινής υπουργικής απόφασης προστίθεται νέα παρ. 8 ως εξής:
«8. Για τα ποσά που βεβαιώθηκαν ως αχρεωστήτως καταβληθέντα μέχρι και 2 Νοεμβρίου 2022, η προθεσμία καταβολής παρατείνεται ως την 31η Ιανουαρίου 2023.
Σε περίπτωση βεβαίωσης αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών λόγω μη τήρησης της υποχρέωσης διατήρησης εργαζομένων διενεργείται εκ νέου υπολογισμός σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 9.
Εφόσον έχουν υποβληθεί τα απαραίτητα δικαιολογητικά μέχρι και 23 Σεπτεμβρίου 2022 και μετά τον επανυπολογισμό της υποχρέωσης διατήρησης εργαζομένων προκύπτει ότι τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις της επιχείρησης, το αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό που βεβαιώθηκε διαγράφεται με την έκδοση Ατομικού Φύλλου Έκπτωσης (ΑΦΕΚ), από τη ΓΔΟΥ του Υπουργείου Οικονομικών και ταυτόχρονα εκδίδεται νέος νόμιμος τίτλος είσπραξης για την επιστροφή του επιστρεπτέου μέρους της ενίσχυσης όπως αυτό υπολογίζεται σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 8. Ο νέος τίτλος είσπραξης εξοφλείται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 8. Ποσά που τυχόν καταβλήθηκαν βάσει του αρχικού τίτλου είσπραξης πιστώνονται στην οφειλή που προκύπτει από τον νέο τίτλο είσπραξης.
Εφόσον μετά τον επανυπολογισμό της υποχρέωσης διατήρησης εργαζομένων και την παρέλευση της προθεσμίας της 30ης Δεκεμβρίου 2022 για την υποβολή των απαραίτητων δικαιολογητικών, προκύπτει ότι τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις της επιχείρησης, το αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό που βεβαιώθηκε διαγράφεται με την έκδοση Ατομικού Φύλλου Έκπτωσης (ΑΦΕΚ), από τη ΓΔΟΥ του Υπουργείου Οικονομικών και ταυτόχρονα εκδίδεται νέος νόμιμος τίτλος είσπραξης για την επιστροφή του επιστρεπτέου μέρους της ενίσχυσης όπως αυτό υπολογίζεται σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου
8. Ο νέος τίτλος είσπραξης εξοφλείται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 8. Η δυνατότητα εφάπαξ καταβολής του επιστρεπτέου ποσού της ληφθείσας ενίσχυσης με έκπτωση 15% επί του επιστρεπτέου ποσού των ανωτέρω περ. α και β της παρ. 3 του άρθρου 8 ισχύει μόνο εφόσον τα απαιτούμενα δικαιολογητικά έχουν υποβληθεί το αργότερο μέχρι και την 23η Σεπτεμβρίου 2022. Ποσά που τυχόν καταβλήθηκαν βάσει του αρχικού τίτλου είσπραξης πιστώνονται στην οφειλή που προκύπτει από τον νέο τίτλο είσπραξης.
Εφόσον μετά τον επανυπολογισμό της υποχρέωσης διατήρησης εργαζομένων και την παρέλευση της προθεσμίας της 30ης Δεκεμβρίου 2022 για την υποβολή των απαραίτητων δικαιολογητικών, προκύπτει ότι δεν τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις της επιχείρησης σύμφωνα με το άρθρο 9, η παράταση του πρώτου εδαφίου θεωρείται ως μη χορηγηθείσα και εφαρμόζεται το άρθρο 6 του ν. 4978/2022 (Κ.Ε.Δ.Ε.) επί του ποσού που βεβαιώθηκε μέχρι και 2 Νοεμβρίου 2022, από 1 Δεκεμβρίου 2022.»
3. Η παρ. 5 του άρθρου 10A των υπό στοιχεία ΓΔΟΥ 233/2020 (Β’ 4471), ΓΔΟΥ 281/2020 (Β’ 5047) και ΓΔΟΥ 420/2021 (Β’ 1689) κοινών υπουργικών αποφάσεων τροποποιείται ως εξής:
«5. Το προς επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό που βεβαιώνεται στη φορολογική διοίκηση, καθίσταται καταβλητέο εφάπαξ με ανάλογη εφαρμογή της περ. α της παρ. 3 του άρθρου 9 ανεξαρτήτως της ημερομηνίας βεβαίωσης και επιβαρύνεται με τόκους εκπρόθεσμης καταβολής σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΕΔΕ.»
4. Μετά την παρ. 7 του άρθρου 10Α των υπό στοιχεία ΓΔΟΥ 233/2020 (Β’ 4471), ΓΔΟΥ 281/2020 (Β’ 5047) και ΓΔΟΥ 420/2021 (Β’ 1689) κοινών υπουργικών αποφάσεων προστίθεται νέα παρ. 8 ως εξής:
«8. Για τα ποσά που βεβαιώθηκαν ως αχρεωστήτως καταβληθέντα μέχρι και 2 Νοεμβρίου 2022, η προθεσμία καταβολής παρατείνεται ως την 31η Ιανουαρίου 2023.
Σε περίπτωση βεβαίωσης αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών λόγω μη τήρησης της υποχρέωσης διατήρησης εργαζομένων διενεργείται εκ νέου υπολογισμός σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 10.
Εφόσον έχουν υποβληθεί τα απαραίτητα δικαιολογητικά μέχρι και 23 Σεπτεμβρίου 2022 και μετά τον επανυπολογισμό της υποχρέωσης διατήρησης εργαζομένων προκύπτει ότι τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις της επιχείρησης, το αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό που βεβαιώθηκε διαγράφεται με την έκδοση Ατομικού Φύλλου Έκπτωσης (ΑΦΕΚ), από τη ΓΔΟΥ του Υπουργείου Οικονομικών και ταυτόχρονα εκδίδεται νέος νόμιμος τίτλος είσπραξης για την επιστροφή του επιστρεπτέου μέρους της ενίσχυσης όπως αυτό υπολογίζεται σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 8. Ο νέος τίτλος είσπραξης εξοφλείται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 9. Ποσά που τυχόν καταβλήθηκαν βάσει του αρχικού τίτλου είσπραξης πιστώνονται στην οφειλή που προκύπτει από τον νέο τίτλο είσπραξης.
Εφόσον μετά τον επανυπολογισμό της υποχρέωσης διατήρησης εργαζομένων και την παρέλευση της προθεσμίας της 30ης Δεκεμβρίου 2022 για την υποβολή των απαραίτητων δικαιολογητικών, προκύπτει ότι τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις της επιχείρησης, το αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό που βεβαιώθηκε διαγράφεται με την έκδοση Ατομικού Φύλλου Έκπτωσης (ΑΦΕΚ), από τη ΓΔΟΥ του Υπουργείου Οικονομικών και ταυτόχρονα εκδίδεται νέος νόμιμος τίτλος είσπραξης για την επιστροφή του επιστρεπτέου μέρους της ενίσχυσης όπως αυτό υπολογίζεται σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου
9. Ο νέος τίτλος είσπραξης εξοφλείται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 9. Η δυνατότητα εφάπαξ καταβολής του επιστρεπτέου ποσού της ληφθείσας ενίσχυσης με έκπτωση 15% επί του επιστρεπτέου ποσού των ανωτέρω περιπτώσεων α και β της παρ. 3 του άρθρου 9 ισχύει μόνο εφόσον τα απαιτούμενα δικαιολογητικά έχουν υποβληθεί το αργότερο μέχρι και την 23η Σεπτεμβρίου 2022. Ποσά που τυχόν καταβλήθηκαν βάσει του αρχικού τίτλου είσπραξης πιστώνονται στην οφειλή που προκύπτει από τον νέο τίτλο είσπραξης.
Εφόσον μετά τον επανυπολογισμό της υποχρέωσης διατήρησης εργαζομένων και την παρέλευση της προθεσμίας της 30ης Δεκεμβρίου 2022 για την υποβολή των απαραίτητων δικαιολογητικών, προκύπτει ότι δεν τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις της επιχείρησης σύμφωνα με το άρθρο 10, η παράταση του πρώτου εδαφίου θεωρείται ως μη χορηγηθείσα και εφαρμόζεται το 6 του ν. 4978/2022 (Κ.Ε.Δ.Ε.) επί του ποσού που βεβαιώθηκε μέχρι και 2 Νοεμβρίου 2022, από 1 Δεκεμβρίου 2022.»
5. Η παρ. 5 του άρθρου 11Α των υπό στοιχεία 148/2020 (Β’2729), ΓΔΟΥ 19/2021 (Β’236) και ΓΔΟΥ 232/2021 (Β’804) κοινών υπουργικών αποφάσεων τροποποιείται ως εξής:
«5. Το προς επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό που βεβαιώνεται στη φορολογική διοίκηση, καθίσταται καταβλητέο εφάπαξ με ανάλογη εφαρμογή της περίπτωσης α της παρ. 3 του άρθρου 10 ως προς τον χρόνο καταβολής ανεξαρτήτως της ημέρας βεβαίωσης και επιβαρύνεται με τόκους εκπρόθεσμης καταβολής σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΕΔΕ.»
6. Μετά την παρ. 7 του του άρθρου 11Α των υπό στοιχεία ΓΔΟΥ 148/2020 (Β’ 2729), ΓΔΟΥ 19/2021 (Β’ 236) και ΓΔΟΥ 232/2021 (Β’ 804) κοινών υπουργικών αποφάσεων προστίθεται νέα παρ. 8 ως εξής:
«8. Για τα ποσά που βεβαιώθηκαν ως αχρεωστήτως καταβληθέντα μέχρι και 2 Νοεμβρίου 2022, η προθεσμία καταβολής παρατείνεται ως την 31η Ιανουαρίου 2023.
Σε περίπτωση βεβαίωσης αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών λόγω μη τήρησης της υποχρέωσης διατήρησης εργαζομένων διενεργείται εκ νέου υπολογισμός σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 11 της παρούσας.
Εφόσον έχουν υποβληθεί τα απαραίτητα δικαιολογητικά μέχρι και 23 Σεπτεμβρίου 2022 και μετά τον επανυπολογισμό της υποχρέωσης διατήρησης εργαζομένων προκύπτει ότι τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις της επιχείρησης, το αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό που βεβαιώθηκε διαγράφεται με την έκδοση Ατομικού Φύλλου Έκπτωσης (ΑΦΕΚ), από τη ΓΔΟΥ του Υπουργείου Οικονομικών και ταυτόχρονα εκδίδεται νέος νόμιμος τίτλος είσπραξης για την επιστροφή του επιστρεπτέου μέρους της ενίσχυσης όπως αυτό υπολογίζεται σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 8. Ο νέος τίτλος είσπραξης εξοφλείται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 10. Ποσά που τυχόν καταβλήθηκαν βάσει του αρχικού τίτλου είσπραξης πιστώνονται στην οφειλή που προκύπτει από τον νέο τίτλο είσπραξης.
Εφόσον μετά τον επανυπολογισμό της υποχρέωσης διατήρησης εργαζομένων και την παρέλευση της προθεσμίας της 30ης Δεκεμβρίου 2022 για την υποβολή των απαραίτητων δικαιολογητικών, προκύπτει ότι τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις της επιχείρησης, το αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό που βεβαιώθηκε διαγράφεται με την έκδοση Ατομικού Φύλλου Έκπτωσης (ΑΦΕΚ), από τη ΓΔΟΥ του Υπουργείου Οικονομικών και ταυτόχρονα εκδίδεται νέος νόμιμος τίτλος είσπραξης για την επιστροφή του επιστρεπτέου μέρους της ενίσχυσης όπως αυτό υπολογίζεται σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 10. Ο νέος τίτλος είσπραξης εξοφλείται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 10. Η δυνατότητα εφάπαξ καταβολής του επιστρεπτέου ποσού της ληφθείσας ενίσχυσης με έκπτωση 15% επί του επιστρεπτέου ποσού των ανωτέρω περ. α και β της παρ. 3 του άρθρου 10 ισχύει μόνο εφόσον τα απαιτούμενα δικαιολογητικά έχουν υποβληθεί το αργότερο μέχρι και την 23η Σεπτεμβρίου 2022. Ποσά που τυχόν καταβλήθηκαν βάσει του αρχικού τίτλου είσπραξης πιστώνονται στην οφειλή που προκύπτει από τον νέο τίτλο είσπραξης.
Εφόσον μετά τον επανυπολογισμό της υποχρέωσης διατήρησης εργαζομένων και την παρέλευση της προθεσμίας της 30ης Δεκεμβρίου 2022 για την υποβολή των απαραίτητων δικαιολογητικών, προκύπτει ότι δεν τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις της επιχείρησης σύμφωνα με το άρθρο 11, η παράταση του πρώτου εδαφίου θεωρείται ως μη χορηγηθείσα και εφαρμόζεται το άρθρο 6 του ν. 4978/2022 (Κ.Ε.Δ.Ε.) επί του ποσού που βεβαιώθηκε μέχρι και 2 Νοεμβρίου 2022, από 1 Δεκεμβρίου 2022.»